Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Ανασκο(λό)πηση της Κυριακής.

Η Κυριακή που πέρασε ήταν ολίγον τοις σουρρεάλ. Τουλάχιστον έτσι φαίνεται σε μένα, που η ζωή μου είναι τάφος σπίτι, σπίτι τάφος. Κατ' αρχήν μπήκα στο λεωφορείο. Κατεβαίνω πλάτωνος, όχι ψέματα, αριστοτέλους, ντυμένος σα παραστρατιωτικός όπου και βλέπω τον έξυπνο γαμάτο φίλο μου να χαζεύει τα κωλόχαρτα στα οποία αναγράφονται οι καμινγκ σουν συναυλίες. Έχοντας διδαχτεί τη τέχνη των νίντζα από τον τελευταίο των Μοϊκανών και την Όλγα, διακτινίζομαι δίπλα του και περιμένω όσπου γυρίζει και τινάζεται σα να είδε φάντασμα. Μεταξύ μας, κι εγώ αν αντίκριζα έτσι ξαφνικά τη μούρη μου θα γινόμουν πέτρα, σα τη μέδουσα που είδε το είδωλό της στην ασπίδα του Περσέα και αφού πέτρωσε ο Πήγασος της διακόρευσε όλες τις κοιλότητες του σώματός τής. Αλλά 'ντάξ'. Περιμένοντας μια ώρα και μισή ώρα στο κρύο, και σκαρφιζόμενος διάφορους τρόπους ώστε να βγάλω λεφτά, αποφασίζει η γυναίκα της παρέας να εμφανιστεί και τότε έρχεται η θεία φώτιση. Προτείνω να καθίσουμε ΕΞΩ, στο ΦΛΟΚΑ(ΦΕ) επειδή έχει 40 τοις εκατώ έκπτωση και χρειάζομαι περισσότερο τη γλυκόζη, παρά τη μπυροΐνη γιατί εμένανε ο εγκέφαλος μου στροφάρει πολύ γιατί είμαι πολύ έξυπνος και χρειάζεται καύσιμα, όπως ένα χάμμερ χρειάζεται βενζίνα.

Επόμενη στάση τα μακντόναλτς, που το χάμπουργκέρ τους έχει γεύση μόντεμ γαρνιρισμένο με κάμερα γαστροσκόπησης, αψέντι και πασπαλισμένο με σαγόνι μυρμηγκοφάγου και πλοκάμια μέδουσας, αλλά κοστίζει 1, 20 και έτσι είναι γαμάτο γιατί μπορείς να φας πολλάααα τέτοια και είναι βάλιου φορ μάνει.

Αφού τελειώνω το φαΐ, μένω να κοιτάω το κόκκινο σαλόνι των μακ και λέω από μέσα μου ότι για να γίνει καλύτερο θα έπρεπε να προστεθεί μπλε, ώστε να γίνει μωβ, σαν επιτάφιος, να γίνει γυναικεία εσώρουχα και να βρεθεί ξαφνικά μια ωραία γκόμενα μέσα.


Ή έστω να γίνει μωβ μπικίνι...

Επόμενος προορισμός (έχω αρχίσει να ακούγομαι σα τα λεωφορεία του οασθ) να πάμε τον τσογλαναρά φίλο μας σπίτι του, γιατί στο δρόμο έχει πρεζόνια και επίσης επιβαλλόταν να αράξουμε σα τα ναρκομανοτέτοιοι στη πολυκατοικία του με μπύρες και πεσμένες σύριγγες. Η συζήτηση από το χαβιάρι μπελούγκα είχε πηδήξει στα "μεταφυσικά" φαινόμενα, στις μόρες, μπόρες, Λόρες, και Τόρρες, στον πνευματισμό και δε συμμαζεύεται. Φτάσαμε και στη μόρα, που άλλους τους πιάνει, άλλους τους ακινητοποιεί, και επειδή εγώ είμαι και λίγο ψυχάκι με σεξουαλικές διαταραχές, ήτοι μου αρέσουν BDSM φάσεις (miss dubstep, ξέρω πως όταν διαβάζεις αυτές τις γραμμές ή θα έχεις ξεραθεί στα γέλια, ή θα χαμογελάσεις ελαφρώς επειδή το αστειάκι παραείναι χλιαρό) και φαντάζομαι τη Μόρα με το καπέλο της έτσι:


Να με παρασύρει σε σαδομαζό παιχνίδια, ή έστω σε ένα πιο λάιτ σκηνικό, κεριά, μαστίγια και επτά ώρες νον-στοπ Λαζόπουλο και Λαμπίρη...

Τα τσογλάνια να μου το χαλάνε και να μου λένε πως η Μόρα φέρνει κάτι σε αυτό:



Εγώ επέμενα πως η Μόρα είναι γκαύλα και θα έρθει το πρωί να με ξυπνήσει, αλλά τελικά δεν ήρθε, ίσως να μην ήθελε να με απογοητεύσει, γιατί όντως ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ. Εκείνη τη στιγμή, κατεβαίνει κάποιος για να πάει να πάρει τσιγάρα ή τρόγιαν και αυτό βασικά, άνοιξε τη πόρτα και έφυγε. Εγώ τότενες είδα κάποιον απ' έξω που οι άλλοι δε βλέπαν και έλεγα: "Το τύπο με τη κουκούλα τον βλέπετε;"
-Μη λες μαλακίες ρε.
-Καλά, πλάκα μου κάνετε, έτσι;
-Άι στο δγιάολο ρε.
-Κάτσε ρε, πάω να του μιλήσω;

Βγαίνοντας έξω.

-Ε φίλε να σε ρωτήσω κάτι; Ε, που πας;

Έφυγε και επέστρεψα στην ασφάλεια της πολυκατοικίας.

-Ρε, σεις, δε μπορεί να μη τον είδατε. Σοβαρά τώρα.
Γυρνάω πίσω μου και βλέπω κάποιον κολλημένο στη πόρτα ΜΕ ΜΑΥΡΗ ΖΑΚΕΤΑ ΜΕ ΚΟΥΚΟΥΛΑ.
Εντάξει, το τι γέλιο έπεσε, δε λέγεται. Η δικαιοσύνις μου ξηγήθηκε και πολύ αλμυρό φυστίκι να 'ουμ'. Έστειλε το γαμώσπιτο που γαμούσε και κάπνιζε (κατά το γαμούσε και έδερνε) στο περίπτερο για προμήθειες την ώρα που είπα ΝΑ ΣΠΑΣΩ ΠΛΑΚΑ ΡΕ ΓΑΜΩ ΤΗ ΠΟΤΑΝΑ ΜΟΥ ΓΑΜΩ.

Κατεβαίνοντας τη Ναβαρίνου μας μίλησε ένας τζάνκις (πως λέμε γιάνκης, καμία σχέση ρε απολιφάδια) δε καταλάβαμε τι μας είπε. Επίσης είδαμε άλλους τρεις που ήταν χώμα. Έρχονται κάτι τύπισσες και μιλάνε στη φίλη μου (εμένα στο φτύσιμο κανονικά).
-Μπλαμπλαμπλαμπλα.

Ε.Γ.Φ. Έξυπνη Γαμάτη Φίλη
Ο άλλος είμαι εγώ

-Την είδες αυτήνα. Είναι η αγσφασδκφαλκξς.
-Εμένα η κοντή μου άρεσε.
-Καινούριο είναι αυτό.
-Ποιο, με τις κοντές;
-Όχι, το σαντουιτσάδικο εκεί. Τώρα πρέπει να άνοιξε.



Αυτά και να προσέχετε μη σας κλέψει κανάς Πακιστανός πιο κοντός από εσάς. Και το ηθικό δίδαγμα. Όταν βρέχει στη Ναβαρίνου, δεν έχει πάρα πάρα πολλά πρεζόνια. Μόνο πολλά. Τα σέβη μου.


Γιατί είμαστε έντεχνοι και η νταπστέπ δεν ακούγεται. ΥΟ ΜΑΚΑΦΑΚΑΑΑΑΖ

1 σχόλιο:

  1. Ε, το "αυτά και να προσέχετε μην...[κάτι σχετικό με τα υπόλοιπα του άρθρου]" είναι δικιά μου έμπνευση, αντιγραφέα! Κατά τ'άλλα δεν έχω να πω τίποτα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή